Σάββατο 23 Ιουνίου 2012

Εργάτη, Άνεργε, δε νιώθεις ντροπή για τη ψήφο σου; No Pasarán!

Εργάτη, Άνεργε, δε νιώθεις ντροπή για τη ψήφο σου; No Pasarán!
Αποφασίσαμε ως συντακτική επιτροπή του neotera-news στο πρώτο μας μετά-εκλογικό άρθρο να μην γράψουμε, κάτι σχετικά με την « ριζοσπαστική» αριστερά και τις εκλογές, παρόλο που αυτό το θέμα μας «πονάει». Θα ασχοληθούμε με τη παρουσία στην Βουλή αλλά και στις γειτονιές των φασιστών – ακροδεξιών, που κατά τη άποψη μας, μαζί με τα οικονομικά εγκλήματα ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΛΑΟΣ και  εσχάτως ΔΗΜΑΡ, αποτελεί «εγκληματική πράξη» ενός φοβισμένου λαού, εργάτη, άνεργου, νέου , φτωχού. Και επειδή έχουμε την εντύπωση, ότι αυτό ίσως το « πληρώσουμε» πιο ακριβά από τη κρίση, για αυτό συνεχίζουμε  την    δημοσίευση  σημαντικών αναλύσεων για το φασιστικό φαινόμενο στη Ευρώπη. Δημοσιεύουμε ένα προφητικό άρθρο γραμμένο πριν 10 χρόνια στο περιοδικό Εξ Υπαρχής, τον Ιούνιο του 2002, (από το the trim). Το γεγονός ότι δέκα χρόνια μετά η παρακάτω ανάλυση δικαιώνεται δεν μας κάνει να νιώθούμε καλά. Αντίθετα νιώθουμε «προδομένοι», από εκείνη την αριστερά που όταν θέταμε το ζήτημα της μεθοδικής προετοιμασίας της Χ.Α.και της ακροδεξιάς, μας απαντούσαν ότι δεν ασχολούνται με περιθωριακά φαινόμενα που αποπροσανατολίζουν από την ταξική πάλη. Τώρα που την «πατήσαμε» μήπως θα πρέπει να ασχοληθούμε λίγο πιο σοβαρά, χτίζοντας (αντιφασιστικούς πυρήνες αλλυλεγύης)μέσα στα συνδικάτα;
(δες και Χρυσή αυγή, pericolosamente vivere*, μια προσπάθεια ερμηνείαςτου ΑΚΗ ΚΑΤΣΟΥΛΑ http://neotera-grek.blogspot.com/2012/05/pericolosamente-vivere.html)

Η Άνοδος της Άκρας Δεξιάς και του Νεο-φασισμού στην Ευρώπη: No Pasarán!

Έπρεπε να δούμε τον Jean-Marie Le Pen να περνά στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία και να παίρνει 18% για να αναγνωριστεί από διάφορους «Ευρωπαϊστές» ότι έχουμε μια επικίνδυνη άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Σάμπως και η έξαρση της νεο-ναζιστικής και ρατσιστικής βίας στην Ευρώπη, η οποία θα έπρεπε να προβληματίσει ακόμα και πιο δύσπιστους, δυστυχώς δεν στάθηκε επαρκής. Φαίνεται ότι ο «φετιχισμός» της «τυπικής δημοκρατίας» δημιούργησε φαινόμενα της «παρωπίδας» για αναλυτές, όπου η ωμή βία κατά των αδυνάτων, των φτωχών και των μειονοτήτων δεν θεωρείται κριτήριο μιας δημοκρατικής πολιτείας, δηλαδή της ουσιαστικής δημοκρατίας.  


Το φαινόμενο Λεπέν δεν είναι ένα ξεκομμένο και ιδιάζον Γαλλικό φαινόμενο: Στην Ευρώπη του σήμερα βιώνουμε μια αισθητή παρουσία διαφόρων ακροδεξιών κομμάτων και ομάδων της, μέρος των οποίων και νεο-φασιστικές ομάδες. Αυτό διαφαίνεται είτε με αυξητική τάση στα εκλογικά ποσοστά αυτών των καταστάσεων (φαινόμενο όχι καθολικό για όλη την Ευρώπη, αλλά αρκετά ανησυχητικό εκεί που παρατηρείται), αλλά και έντονη ρατσιστική βία. Απαιτείται επομένως μια νηφάλια εξέταση του φαινόμενου αυτού, αν θα αναπτύξουμε τις στρατηγικές εκείνες για την καταπολέμηση του. 

Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά σε ποσοστά αυτή την δραματική παρουσία της ακροδεξιάς σε πανευρωπαϊκό επίπεδο: 

Στη Δανία η συμμαχία ρυμουλκείται από το ακροδεξιό Δανέζικο Λαϊκό κόμμα, το οποίο κέρδισε τις εκλογές τον περασμένο Νοέμβριο στη βάση ενός ρατσιστικού προγράμματος κατά της μετανάστευσης και του πολιτικού ασύλου και για περικοπές στη (λιγοστή) βοήθεια στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Στη Πορτογαλία ο κυβερνητικός συνασπισμός περιλαμβάνει και το ρατσιστικό Λαϊκό κόμμα του Paulo Portas. Ενώ στη γειτονική Ισπανία ο Jose Maria Aznar, του οποίου το κόμμα έχει τις καταβολές του σε Φρανκοϊκά στοιχεία (από τα οποία απομακρύνθηκε αφότου ανέλαβε την εξουσία), ξανακέρδισε για δεύτερη φορά τον Μάρτη του 2000. Στη Ολλανδία ο έξαλλος ρατσιστής ονόματι Pim Fortuynφαινόταν να κέρδιζε πέραν του 30% στις γενικές εκλογές τον άλλο μήνα, μετά την περυσινή επιτυχία του στις τοπικές εκλογές του Ρότερνταμ, όμως η δολοφονία του τελικά τον εμπόδισε. Στη Νορβηγία το ακροδεξιό Progress Party στηρίζει την κυβέρνηση από τον περασμένο Οκτώβρη. Στην Ιταλία ο ακροδεξιός μεγαλοεπιχειρηματίας των media Silvio Berlusconi κέρδισε τις εκλογές και με τους δύο ακροδεξιούς συμμάχους του, τον Umberto Bossi, αρχηγό του ξενοφοβικού Northern League, και τον Gianfranco Fini, αρχηγό του μετα-φασιστικού National Alliance. Στο Βέλγιο το ακροδεξιό Vlaams Blok έγινε η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη στη χώρα το περασμένο Οκτώβρη του 2000. Το πρόγραμμα του είναι εξοβελίσει όλους τους μη ευρωπαίους μετανάστες. Στην Αυστρία το παρα-φασιστικό κόμμα του Χάϊντερ έχει έξι υπουργεία στη κυβέρνηση.

Ο παρακάτω πίνακας είναι από το Βρετανικό περιοδικό Economist 25/4/2002 και δίνει κάποια συγκριτικά στοιχεία για τα εκλογικά αποτελέσματα ακροδεξιών κόμματων:

Είναι φανερό λοιπόν ότι δεν παρατηρείται ανοδική τάση εκλογικών αποτελεσμάτων στις τελευταίες εκλογές, αλλά ότι η παρουσία τους έχει γίνει πιο έντονή, κι ίσως πιο ανησυχητικό ότι κατάφεραν να «νομιμοποιηθούν» με το να γίνουν μόνιμο φαινόμενο και μέσο της επιρροής τους ή ακόμα και συμμετοχής τους σε κυβερνήσεις.

Αυτό που αποκαλούμε «νεο-φασιστικό φαινόμενο» αποτελεί βαθύτερο και περίπλοκο φαινόμενο που αγγίζει την ίδια την πολιτική δόμηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Το ίδιο το πολιτικό σύστημα αντιμετωπίζει βαθιά κρίση νομιμοποίησης, πρόκειται για αμφισβήτηση του ίδιου του συστήματος. Το γνωστό ρητό του Μπρεχτ ότι «η σκύλα που γέννησε τον φασισμό δεν πέθανε ακόμα», φαίνεται να επαληθεύεται.
Άκρα Δεξιά, Νεοναζισμός και Νεοφασισμός.
Θα ήταν λάθος βέβαια να ισοπεδώνουμε όλα τα ακροδεξιά κινήματα ως «φασιστικά», παρόλο που ο όρος «φασίστας» έχει καταντήσει ύβρις και αποτρόπαιο είδος, γι’ αυτό  και διάφοροι ακροδεξιοί πολλές φορές χαρακτηρίζονται ως τέτοιοι. Σίγουρα υπάρχει ιδεολογική συγγένεια, με την έννοια ότι τα ζητήματα που τίθενται ως ρητορική στον πολιτικό τους λόγο προσομοιάζουν, για παράδειγμα είναι έντονα κατά της μετανάστευσης και χρησιμοποιούν τις μεταναστευτικές και μειονοτικές ομάδες σαν αποδιοπομπαίοι τράγοι για τα κακώς έχοντα της κοινωνίας (ανεργία, εγκληματικότητα, τις ελλείψεις στο κράτος πρόνοιας). Επίσης έχουν αυταρχικό χαρακτήρα και τονίζουν την ανάγκη καταστολής (κυρίως κατά των ξένων), τονίζοντας τον «νόμο και την τάξη», αυτό που ο  Νίκος Πουλαντζάς ονόμαζε «αυταρχικό κρατισμό» στη περίοδο «παρακμής της δημοκρατίας» (Πουλαντζάς, Ν. Το Κράτος, η Εξουσία, Ο Σοσιαλισμός).

 Όμως αυτές είναι πολιτικές και τακτικές του κάθε ρατσιστή δημαγωγού χωρίς να τον κάνει φασίστα, αυστηρά μιλώντας, πολιτικές οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν την βάση ενός κοινού προγράμματος γιατί οι στάσεις τους συγκλίνουν . Υπάρχει και η γκρίζα ζώνη του «παρα-φασισμού» όπου υπάρχει ένα συνοθύλεμα από ιδεολογικές πηγές ή από σημεία αναφοράς, ορισμένες εκ των οποίων είναι φασιστικές.  Ορισμένοι μελετητές ονομάζουν αυτά τα κόμματα απλά ως «ξενοφοβικά λαϊκιστικά κόμματα». Το ενδιαφέρον και ανησυχητικό είναι ότι σήμερα υπάρχει μια συμμαχία από διάφορες ακροδεξιές ιδεολογικές αποκλίσεις οι οποίες όμως συγκλίνουν και συνεργάζονται σε κυβερνητικό επίπεδο. Ο Μπερλουσκόνι είναι ακραίος δεξιός της συντηρητικής παράταξης, όμως μπορεί κάλλιστα να έχει στην κυβέρνηση του (μετα)φασίστες και (παρα)φασίστες. Το πιο ανησυχητικό ίσως είναι ότι υπάρχει ένα ευρύτερο ευνοϊκό κλίμα ρατσιστικής συναίνεσης σε μαζικό-κοινωνικό επίπεδο. Ίσως να πρέπει να μιλούμε για ένα νέο ρατσιστικό «ιστορικό μπλοκ», για να παραφράσουμε μια προσφιλή έννοια του Γκράμσι, δηλαδή μια ευρύτερη κοινωνικο-ταξική και ιδεολογική συμμαχία μεταξύ των μικροαστικών και λούμπεν στοιχείων με αντιδραστικά και λαϊκιστικά στοιχεία της αστικής τάξης.

Το φαινόμενο «φασισμός»»  αποτελείται από ιδεολογήματα και πολιτικές πρακτικές που εκφράζουν «συνέχεια» του φασιστικού και ναζιστικού φαινομένου μετά τη συντριβή του το 1945. Δηλαδή περιέχει το στοιχείο του νέου, γιατί σε ορισμένες  μορφές υπάρχει κατατεμαχισμός των διάφορων ομάδων που αποτελούν τους “σύγχρονους” φασίστες, πολλές φορές με βία μεταξύ τους που ανταγωνίζονται για το ποιός θα είναι ο πιο “γνήσιος” φασίστας. Επομένως υπάρχει μια πολυμορφία ακόμα και στο φασιστικό φαινόμενο σήμερα.

Ακόμα ένα καινούριο στοιχείο είναι το νέο πολιτικοκοινωνικό σκηνικό το οποίο δεν προσομοιάζει με την Ευρώπη του μεσοπόλεμου- οι συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές, υπάρχουν νέα στοιχεία. Αυτό ωθεί και τις ίδιες τις φασιστικές ομάδες σε πόλωση: η μια τάση είναι προς τον “εκσυγχρονισμό” με μια προσπάθεια για εκλεπτυσμό και όχι τόσο “ακραίο” (μιλούμε για ιδεολογία και άρθρωση πολιτικού λόγου). Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι αυτό του Gianfranco Fini, αυτόν που ορισμένοι μελετητές ονομάζουν electoral fascism (εκλογικό φασισμό). Η προσπάθεια είναι να έχουν μια πιο αποδεχτή εικόνα για να μπορούν να συμμετάσχουν στη κυβέρνηση. Έτσι το Ιταλικό φασιστικό Κόμμα από MSI(Movimento Sociale Italiano) αλλάζει όνομα για να «εκμοντερνιστεί» σε Allianza Nazionale (Εθνική Συμμαχία). Το ίδιο συμβαίνει και με το Ισπανικό φασιστικό Κόμμα FRENTE NACIONAL που στην προσπάθεια του να απομακρυνθεί απόto FRANCOISM και το FALANCE της Ισπανίας, δεν επιτίθεται ενάντια στην φιλελεύθερη δημοκρατία και μιλά για την ανάγκη του να σωθεί η Ευρώπη. Η άλλη τάση μπορεί να ονομαστεί “Ο Φασισμός στους δρόμους» που σημαίνει ουσιαστικά εκφυλισμό προς τον εξτρεμισμό και τη βία (παραδείγματος χάριν η νεοναζιστική ομάδα «COMBAT 18»,BNP). Ουσιαστικά μιλούμε για φασιστική τρομοκρατία, με επιθέσεις ενάντια στους ξένους, τους μετανάστες και τους πολιτικούς πρόσφυγες, Εβραίους και μειονότητες, ΗΑΤΕ ΜΑLE και μετάδοση του μηνύματος ότι κινδυνεύει η λευκή φυλή από τους μαύρους κλπ. Οφείλουμε να αναφέρουμε εδώ ότι οι τέσσερις δυτικοευρωπαϊκές χώρες όπου το νεοναζιστικό φαινόμενο ανθεί και έχει πάρει επικίνδυνες διαστάσεις (Αυστρία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) έχει επιτευχθεί από το κόμματα και τους ηγέτες τους η εικόνα του πολιτικά αποδεκτού κόμματος και ιδεολογίας από τη μια, και από την άλλη το αναγκαίο κλίμα τρομοκρατίας ενάντια στους ξένους, με τα γνωστά εκλογικά αποτελέσματα τους.

Μια ολοκληρωμένη μελέτη χρειάζεται να αναλύσει τους παραγόντων που συνθέτουν το πρόβλημα: ρατσιστική βία, πολιτικές οργανώσεις με παρα/νεο-φασιστικό περιεχόμενο, της λεγόμενης «Ευρώπης-φρούριο» (fortress Europe), την παρουσία νεοφασιστών στη βουλή και στο Ευρωκοινοβούλιο, σε κυβερνήσεις, σε τοπικές διοικήσεις. Δεν θα επιχειρηθεί αυτό σε τούτο το άρθρο, επιγραμματικά θα αναφέρουμε κάποια παραδείγματα από κάθε χώρα αναφερόμενος στο ιστορικό και ορισμένα χαρακτηριστικά από κάθε κόμμα:

Στην Ιταλία  το Allianza Nazionale του Gianfranco Fini. Το κόμμα αυτό διαδέχθηκε απ’ ευθείας το “Partito FasistaRepublicano”. Οι σκοποί του είναι να  «καθαρίσει» την Ιταλία από τους ξένους που την μολύνουν” και να δημιουργήσουν μια “νεά Ιταλία”, που σημαίνει νέο κράτος, νέα σύνορα, έμφαση στις “ηθικές” αξίες. Στις Γενικές εκλογές του 1994 έλαβε 12,7%, ενώ στις Ευρωεκλογές 12,5%. Αναφέρουμε εδώ μία χαρακτηριστική αναφορά του ηγέτη του κόμματος αυτού: “Ο Μουσολίνι ήταν ο μεγαλύτερος ηγέτης του αιώνα”.  Στην Ιταλία επίσης λειτουργεί και το λεγόμενο Lombard League στη βόρειο Ιταλία: παίζει το ρόλο του αντι-μεταναστευτικού στοιχείου στο βορρά, με το ίδιο ρατσιστικό περιεχόμενο όπως το MSI. Στο στόχαστρο του έχει όχι μόνο τους ξένους αλλά και τους νοτίους που θεωρεί  «τεμπέληδες»,  «απατεώνες», «μαφιόζους» κτλ.. Στο Βέλγιο το αντι-μεταναστευτικό κόμμα είναι το Progress Party.  Προηγείται με 35% του Eργατικού κόμματος σε δημοσκοπήσεις. Το ακροδεξιό κόμμα Vlaans Blok στοχεύει επίσης ενάντια στους μετανάστες που είναι και πρώτο κόμμα στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Βελγίου (Antwerp) με 33% (σε σύγκριση με το 28% του 1994).  Στη Γερμανία μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1980 – κρυπτο-φασιστικό κόμμαNational Democratic Party of Germany. Συμπληρώνεται από το Republicaner Deutsche Volksunion. Στoπρόγραμμα τους διαφαίνεται μια νοσταλγία για Τρίτο Ράιχ, εθνικισμός και υπερπατριωτισμός, είναι ενάντια στη μετανάστευση και είναι έντονα αντικομουνιστές και αντισημιτιστές. Τώρα όμως την σκυτάλη πήρε το German People's Union (DVU) το οποίο πήρε 13% των ψήφων στην ανατολικο-γερμανικό κράτος της Saxony-Anhalt στις εκλογές. Υπολογίζεται ότι θα πάρει μέχρι 21% στο βορειο-ανατολικό κρατίδιο Mecklenberg-Pomerania! Αυτό, που εμποδίζει την άκρα δεξιά της Γερμανίας προς το παρών από πλευράς αντιπροσώπευσης είναι το 5% όριο σε πανεθνικό επίπεδο για να πάρει έδρα στη λίστα της επικράτειας λόγω της πολυδιάσπασης της.

Ένα σημαντικό ζήτημα διαφωνίας ανάμεσα στους μελετητές του φασιστικού φαινομένου γύρω από το ζήτημα του αν υπάρχει ένας “εν γένει” φασισμός, δηλαδή ένα πολιτικό “γονίδιο” αν θέλετε που λειτουργεί γενικά σ’ όλα τα φασιστοειδή κινήματα ή αν πρόκειται για “ειδικά” φαινόμενα που παρουσιάζονται μόνο κάτω από τις ιδιάζουσες συνθήκες της κάθε χώρας, σαν sui generis φαινόμενα, χωρίς καμιά ουσιαστική σχέση μεταξύ τους.  Νομίζω ότι η πρώτη θεώρηση είναι σαφώς ανώτερη, χωρίς να υποτιμούμε τις ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης.  Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να εξηγήσουμε καλύτερα το φαινόμενο και την ιδιότητα του να μεταλλάσσεται και να επιβιώνει, μέσα σεσυνθήκες εντελώς διαφορετικές από αυτές που ιστορικά, και ορισμένες φορές γεωγραφικά, τον γέννησαν.

Άκρα Δεξιά, Άκρα Αριστερά και το λεγόμενο Κέντρο: Οι Θεωρία Σύγκλισης των Ακρών
Το κατεστημένο και διάφοροι  «κεντρώοι», της Δεξιάς κυρίως, παρουσιάζουν την άνοδο της ακροδεξιάς ως μέρος ενός ενιαίου φαινομένου της επίθεσης δήθεν «των άκρων» κατά της δημοκρατίας, τσουβαλιάζοντας έτσι την «άκρα δεξιά» με την «άκρα Αριστερά». Κι έτσι ο ηγέτης Νέας Δημοκρατίας Κωστάκης Καραμανλής, ο οποίος και στεγάζει στο κόμμα του διάφορους «μοναρχόστροφους» αλλά και «φίλους» της χούντας, καταδικάζει  «κάθε είδους ακρότητες», όπως παλαιότερα ο θείος κατά την διάρκεια του 70’ καταφερόταν κατά του «αριστεροχουντισμού». Στην Τουρκία του Εβρέν η «άκρα Αριστερά» και η «άκρα Δεξιά» τυπικά τελούσαν υπό καταδίωξη, στην πραγματικότητα ήταν η Αριστερά υπό καταδίωξη και κάθε δημοκράτης ακτιβιστής.

Μέρος της σύγχυσης είναι και το γεγονός ότι πολλές φορές οι ίδιοι οι φασίστες, όπως ο Λεπέν, λένε ότι είναι «σοσιαλιστές» στην κοινωνική πολιτική και «υπέρ δεξιός» στο θέμα ασφάλειας και μετανάστευσης. Οι δε περιπτώσεις «εθνικών μεταλλάξεων» πρώην Αριστερών προσφέρονται από πρώτη ματιά ως παραδείγματα των γνωστών κοινότοπων ρήσεων που θέλουν «τα δυο άκρα (δεξιά και αριστερά) να συγκλίνουν» και τη φυσιολογική πορεία ενός ανθρώπου να ξεκινά από ριζοσπαστικές ανησυχίες στα νιάτα του για να καταλήξει σε συντηρητικές βεβαιότητες στην ωριμότητά του. Η περίπτωση του ιδρυτή του Φασισμού, του Μουσολίνι, με την «εθνική μετάλλαξη» του από ηγέτη της αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ιταλίας στον πιο ορκισμένο πολέμιο του διεθνισμού και του κομμουνισμού (βλέπε Γκεοργκ Σόϊερ, Σύντροφος Μουσολίνι, Ρίζες και δρόμοι του πρωτογενούς Φασισμού), ή του Όσβαλτ Μόσλεϋ από Εργατικό βουλευτής σε Συντηρικό και μετά στον ηγέτη της Βρετανικής Ένωσης των Φασιστών (βλέπε Ross Bradshaw Germany Calling: A Short History of British Fascism) ή πρόσφατα η στροφή του Γερμανού Χορστ Μάλερ, πρώην ακροαριστερού Μαοϊκού στον νεοφασισμό δημιουργούν ίσως ερωτήματα. Η πραγματικότητα είναι ότι οι μετακινήσεις από τον ένα πολιτικό χώρο σε άλλό, πολλές φορές τον αντίθετο δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, αλλά μέρος της ζωής. Καθόλου δεν δείχνουν την ιδεολογική ή άλλη συγγένεια μεταξύ των αμφότερων στάσεων: η πολιτική είναι μια ζωντανή κοινωνική λειτουργία σε συνεχή κίνηση. 

Αποτελεί όχι μόνο συσκότιση και παραπλάνηση να συνδέεται ή να θεωρείται ότι υπάρχει οποιαδήποτε συγγένεια μεταξύ της λεγόμενης «άκρας Αριστερά» με την «άκρα Δεξιά», αλλά πολιτικό έγκλημα.

Πρώτο, ουδεμία σχέση υπάρχει μεταξύ των ιδεών της Αριστεράς για κοινωνική αλληλεγγύη, δικαιοσύνη και ισότητα ενάντια στην εξουσία του κεφαλαίου με τα φασιστικά ιδεολογήματα για φυλετική ανωτερότητα και κατωτερότητα και ρατσιστικές ιδέες όπως αυτές που αναφέρονται «εγγενή ροπή φυλών προς το έγκλημα». Επίσης ο διεθνιστικός χαρακτήρας και οι οικουμενικές αξίας της Αριστεράς καμία σχέση ή συγγένεια έχουν με την Ακροδεξιά. Τυγχάνει λόγω συγκυριακών λόγων ακροδεξιοί να είναι πολέμιοι της παγκοσμιοποίησης, αλλά αυτό γίνεται γιατί είναι ούλτρα-εθνικιστές, ενώ οι «ακροαριστεροί» γιατί είναι διεθνιστές με ταξικό περιεχόμενο.

Δεύτερο, τα φασιστογενή (και λοιπά συγγενικά) «κοινωνικά αντι-κινήματα», όπως πολύ εύστοχα χαρακτηρίζει τα ρατσιστικά κόμματα και κινήσεις ο Μισέλ  Βιεβόρκα (Wieviorka 1994), δηλαδή κινήσεις αντιπερισπασμού σε κοινωνικά κινήματα με εμμονή σε σημεία αναφοράς όπως η ύπαρξη, η ταυτότητα,  η φύση όπως η «φυλή» και το «περιούσιο έθνος». Αποτελούν την άρνηση των κοινωνικών κινημάτων γιατί καταστρέφουν ή θέλουν να καταστρέψουν την έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης και κοινωνικής ταυτότητας. Γι αυτό και ο κοινωνικός εταίρος ή αντίπαλος μετατρέπεται είτε σε παντοδύναμο μυθικό εχθρό, πανταχού παρών σε συνομωσίες και μυστικές επιβουλές (π.χ. παντού βλέπουν σιωνιστικές συνωμοσίες), το οποίο απολυτοποιείται και απομακρύνεται ως το κακό, το διαβολικό, το μοχθηρό. Είτε παίρνει προσιτή μορφή, και επομένων πρέπει να πραγμοποιηθεί και να υποβιβαστεί σε μη άνθρωπο ή ανθρωπόμορφο ων κατώτερης αξίας (π.χ. οι ναζί προσομοίαζαν τους κομμουνιστές, τους Εβραίους, τσιγγάνους και ομοφυλόφιλους με τρωκτικά τα οποία και έπρεπε να εξολοθρευτούν για το καλό του έθνους). Το «κοινό καλό» δεν υπάρχει πλην της φυσικής εξόντωσης ή εξοβελισμού αυτού που αποκαλούν «εχθρό» του έθνους προς την «παλιγγενεσία». Το απάρχαϊντ ήταν μορφή αποικιοκρατικού φασισμού.

Τρίτο, οι θεωρίες της σύγκλισης των άκρων αποπροσανατολίζουν από και συσκοτίζουν το γεγονός της ουσιαστικής σύμπλευσης πολλών σημείων ανάμεσα στην παραδοσιακή δεξιά, ιδίως λαϊκιστικού τύπου κόμματα με την άκρα Δεξιά. Επίσης συσκοτίζουν οι θεωρίες αυτές την σχέση καπιταλιστικής οικονομίας και φιλελεύθερου κράτους στην τόσο στην παραγωγή των βαθύτερων κοινωνικών αιτίων και κρίσεων, όσο στην παραγωγή του ευρύτερου κλίματος ρατσιστικής πόλωσης μέσω του καθημερινών, ιδεολογικών καθώς επίσης και των δομικών διακρίσεων μέσα στους θεσμούς του κράτους. Το κλίμα επώασης του φαινομένου φασισμός και άκρα Δεξιά είναι ήδη παρών. Από μια άποψη ο φασισμός και οι άλλες καπιταλιστικές δικτατορίες αποτελούν και «βαλβίδα ασφαλείας» διαιωνίζοντας την καπιταλιστικό σύστημα εκμετάλλευσης καταστρέφοντας την Αριστερά που θέλει το ποιοτικό ξεπέρασμα του στον σοσιαλισμό!

Τέταρτο, υπάρχει έντονα το στοιχείο της αυθαιρεσίας για το ποιον θεωρεί κάποιους «άκρα Αριστερά». Παλαιότερα τα κομμουνιστικά κόμματα θεωρούνταν «άκρα Αριστερά», όχι όμως σήμερα στην Γαλλία για παράδειγμα. Οι «Κόκκινοι Χμερ» του Πολ Ποτ στην Καμποτία ήταν «άκρα Αριστερά»; Η άποψη μου είναι όχι, ήταν μάλλον ρατσιστικού τύπου στρεβλή κατάσταση που ουδεμία σχέση είχαν με τον διεθνισμό της Αριστεράς. Ότι δηλώνει ο αυτεπάγγελτα καθένας δηλώνει ή αυτο-ορίζεται δεν σημαίνει ότι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Υπάρχει βέβαια και  κάτι ύποπτο και σίγουρα αφύσικο στο να νομιμοποιείται η Δεξιά, της οποίας σκοπός είναι η διατήρηση του στάτους κβο,  στο να ορίζει ποιος είναι Αριστερός και ποιος «ακροαριστερός». Στο κάτω-κάτω ας ξεκαθαρίσει τα πράγματα πρώτα στο δεξιό στρατόπεδο, με την ακροδεξιά.


Τί είναι ακριβώς ο Φασισμός και τί ο Ναζισμός;
Βάση του φαινομένου σε ιδεολογικό επίπεδο είναι η ιδέα της εθνικής παλιγγενεσίας, της αναγέννησης και αναδόμησης του έθνους και η έννοια της εθνικής καθαρότητας απαλλαγμένης δήθεν από όλα τα στοιχεία εκείνα που την “διαβρώνουν” και που αποτελούν πηγή όλων των κακών της κοινωνίας.  Σύμφωνα με τον Νίκο Πουλαντζά το φασιστικό κράτος είναι ένα καπιταλιστικό κράτος ειδικού ή εξαιρετικού τύπου, το οποίο εκφράζει την πολιτική κρίση στις ταξικές και κοινωνικές του σχέσεις και στην πράξη διατηρεί το καπιταλιστικό σύστημα καταστρέφοντας το εργατικό κίνημα και την Αριστερά. Πρέπει όμως να διαχωριστεί από «Βοναπαρτικού τύπου» και άλλες μορφές καπιταλιστικής δικτατορίας αν θα είμαστε σε θέση να το κατανοήσουμε (για να το αντιμετωπίσουμε). Βέβαια αυτό το φαινόμενο συμβαίνει κατά την εποχή ιμπεριαλισμού και μονοπωλιακού καπιταλισμού: «Όποιος σιωπά για τον ιμπεριαλισμό πρέπει να παραμείνει σιωπηλός και για τον φασισμό», μας λεει ο Πουλαντζάς (Φασισμός και Δικτατορία, NLB, Verso, 1974). Αξίζει να αναφέρουμε ότι ιστορικά ο φασισμός επικράτησε αφού η Αριστερά είχε ήδη ηττηθεί, χωρίς να χάσει όμως την μάχιμη δύναμη, όπως συνέβηκε στην Ιταλία και Γερμανία και τις αποτυχημένες επαναστάσεις της Αριστεράς, κάτι που ο Πουλαντζάς δεν φαίνεται να συνειδητοποιεί.

Τα επιμέρους στοιχεία τα οποία συνθέτουν τον φασισμό είναι τα ακόλουθα: 

(ι) Το ρατσιστικό στοιχείο στην προσέγγιση τους είτε πρόκειται για καθαρότητα εξ αίματος είτε πρόκειται για πολιτισμική ή γλωσσική καθαρότητα. Ορισμένες φορές στην προσπάθεια να διαχωρίσουν το φασιστικό από το ναζιστικό φαινόμενο, κάποιοι καταφεύγουν στην υπόδειξη ότι ειδοποιός διαφορά μεταξύ των δύο είναι ότι στον μεν ναζισμό υπάρχει έντονα το ρατσιστικό στοιχείο βασισμένο στην καταγωγή εξ αίματος, στοιχείο που λένε δεν υπάρχει το φασισμό του Μουσολίνι. Αυτό είναι παραπλανητικό γιατί πρόκειται για απλά διαφορετική διαμόρφωση του τι είναι εθνοτική ομάδα βάσει των ιστορικών, δημογραφικών και κοινωνικών συνθηκών της κάθε χώρας. Στον πόλεμο της Αβησσυνίας ο Μουσολίνι και οι φασίστες ήταν από τους πιο στυγνούς ρατσιστές και δολοφόνους εναντίον των μαύρων. Ο σημερινός ρατσισμός παίρνει και τη μορφή πολιτιστικού ρατσισμού ή νεο-ρατσισμού ο οποίος βασίζεται στο ότι η πολιτιστική διαφορετικότητα μεταξύ των «φυλών» είναι τέτοια που καθιστά αδύνατη την ειρηνική συμβίωση. Ο Λεπεν έχει επενδύσει αφάνταστα σε αυτό τον μύθο. Μια από τις πασίγνωστες δηλώσεις που αρέσκεται να επαναλαμβάνει είναι: «Υπάρχουν αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ των φυλών... υπάρχουν διαφορές στα χρωματοσώματα . . .απλά υπάρχουν παρά πολλοί μετανάστες και ποιος ξέρει πόσα παιδιά γεννοβολούν, τα οποία στέλλουν στους δρόμους για να ζητήσουν και να πάρουν από το κράτος προνοίας ...» 

(ιι) Το αντι-αριστερό/ αντικομουνιστικό στοιχείο γιατί θεωρούν ότι η οικουμενικότητα της αριστεράς και ο διεθνισμός που περιέχει αποτελούν κίνδυνο για την καθαρότητα του έθνους. Γι αυτό και μετά από επαναστάσεις όπως στη Γερμανία, την Ιταλία και στην Ουγγαρία οι οποίες ήταν αποτυχημένες έδειξαν από ανοχή μέχρι και ενθάρρυνση στους φασίστες, η λεγόμενη “λευκή τρομοκρατία” εύκολα μετατράπηκε σε φασιστική τρομοκρατία. Ενώ για παράδειγμα τον Χίτλερ πολλοί μεγαλοαστοί και οι τραπεζίτες τον αντιπαθούσαν, γιατί σίγουρα δεν ήταν της τάξης τους, ευχαρίστως ήταν έτοιμοι να τον δεχτούν, να τον ενθαρρύνουν και να τον χρηματοδοτήσουν, φτάνει να εξυπηρετούσε τα συμφέροντα τους και να αφάνιζε τον κομμουνιστικό κίνδυνο.  Σήμερα ο αντι-κομμουνισμός βέβαια παίρνει νέες μορφές, για παράδειγμα παρουσιάζεται ακόμα και ως «σιωνιστική συνομωσία» γιατί  λένε ο Μαρξ ήταν Εβραίος! Επίσης το ότι η Αριστερά βρίσκεται μπροστάρης στον αντι-ρατσιστικό αγώνα και στην προστασία των μεταναστών (οι οποίοι αποτελούν το νούμερο ένα εχθρό του έθνους) κατηγορούνται ως «προδότες» (όπως παλιά κατηγορούνταν ως «πράκτορες» της ΕΣΣΔ).

(ιιι) Η πολεμοκαπηλεία και ο επεκτατισμός γιατί ακριβώς δίνει την ευκαιρία στον λαϊκισμό των φασιστών να μετατοπίσουν την προσοχή του λαού από τα καθημερινά κοινωνικά προβλήματα και την κοινωνική αδικία στις συγκρούσεις με έξωθεν δυνάμεις και ξένους δάκτυλους.

(ιν) Αρχηγισμός/ αυταρχισμός και αυστηρή ιεραρχική δομή
Αναφέρουμε αυτό το ζήτημα γιατί σε περιόδους κρίσεις διάφοροι στρέφονται στην ιδέα του «ισχυρού άντρα», ο οποίος θα δώσει δήθεν λύση στα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα της κοινωνίας. Η κρίση νομιμοποίησης του δημοκρατικού καθεστώτος, ένα καθεστώς που νοσεί και έχει διαβρωθεί σε τέτοιο βαθμό που πλέον δεν μπορεί να συγκαλύψει τις αντιφάσεις του.  Στην Ελλάδα αυτή η τάση εκφράζεται από αυτούς που νοσταλγούν την χούντα!

(ν) Η Φασιστική Βία συνδέεται με την περιθωριοποιημένη από την πολιτική ζωή λούμπεν ομάδα, η οποία παρασύρει και τμήματα της εργατικής τάξης σε τρομοκρατικές πράξεις, ή καλύτερα θέλει να καταλύσει την εργατική αλληλεγγύη αντικαταστώντας την με  τον ρατσισμό. Η δραματική άνοδος της ρατσιστικής βίας από νεο-ναζιστικές οργανώσεις σε βάρος μεταναστών και μειονοτήτων σ’ όλη την Ευρώπη πρέπει να μας προβληματίσει όλους.

Κοινωνικές Συνθήκες στη Νέα Ευρώπη και Άνοδος των Φαινομένων στην βάση Εθνοτικών Στοιχείων
Είναι συγκεκριμένες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες που εκκολάπτουν τα φαινόμενα αυτά: Η ανεργία, κοινωνικός αποκλεισμός, ανταγωνισμός, η ίδια η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού στην ανατολική Ευρώπη και η κρίση των ιδεολογιών, γενικά οι κοινωνικές αντιξοότητες αποτελούν την βάση πάνω στην οποία η ακροδεξιά κτίζει την υπόθεση της.

Ο ευρωφασισμός και ο ευρωρατσισμός κάθε άλλο παρά τείνει να σβήσει, αλλά φαίνεται ξεκάθαρα τώρα να υπάρχει και να εξελίσσεται μια Ευρωπαϊκή φασιστική  υποκουλτούρα. Τονίζω την λέξη «υποκουλτούρα» γιατί δεν πρόκειται για μια ηγεμονική κουλτούρα αλλά για μια υποβόσκουσα  κατάσταση που φαίνεται δυστυχώς να παραμένει μαζί μας.  Αυτή η μειονότητα ενώ θα ανέμενε κανείς ότι θα αφανιζόταν με το χρόνο ως αντίθετη με τα φαινόμενα της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης και πολιτισμικής ενοποίησης φαίνεται να μεγαλώνει. Βέβαια αυτό έχει  κοινωνική και πολιτική εξήγηση γιατί ακριβώς τα φαινόμενα αυτά αποτελούν όχι αντίθεση με τις παγκόσμιες τάσεις που παρατηρούνται αλλά εγγενείς αντιφάσεις που οργανικά εκκολάπτονται από τις ίδιες τις τάσεις. Ποιοι είναι οι λόγοι ή παράγοντες αυτοί;

Ο πρώτος παράγοντας είναι ιστορικό-πολιτικός:  Αποτελεί την σημερινή μορφή της παράδοσης της Ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας, δηλαδή εσωτερίκευση του αποικισμού και ιμπεριαλισμού του παρελθόντος. Η παρακμή της ιστορικής αυτοκρατορίας και η παρουσία πληθυσμών από τις πρώην αποικίες, είτε ως προσωρινοί εργάτες, είτε ως μόνιμοι κάτοικοι (μετανάστες ή απόγονοι μεταναστών) είναι η συνεχής αναφορά, η αν θέλετε η συνεχής παρουσία του (ένοχου) παρελθόντος καταλήστευσης, εκμετάλλευσης και καταστολής των αποικιών από τον αποικιοκράτη. Τώρα, με την περιοριστική μεταναστευτική πολιτική και την Ευρώπη-φρούριο, η αυτοκρατορία στρέφεται προς τα μέσα, «προστατεύοντας» τα σύνορα της. Οι λογής-λογής Λεπέν δεν είναι παρά στρεβλή έκφανση αυτού και του ιδίου φαινομένου.

Ο δεύτερος παράγοντας είναι οι οξυμένες αντιθέσεις και κρίσεις δημογραφικού, πολιτικού και οικονομικού χαρακτήρα στις λιγότερο οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες που αυξάνουν συνεχώς το μεταναστευτικό ρεύμα προς τις πλουσιότερες χώρες. Οι ανακατατάξεις σαν αποτέλεσμα των δημογραφικών αλλαγών σ’ ένα ανταγωνιστικό πλαίσιο στο κυνήγι για εργασία και η υπόθαλψη από τους εργοδότες για να πιέσουν τους μισθούς προς τα κάτω δημιουργούν το κλίμα της ρατσιστικής πόλωσης.

Οι οξυμένες οικονομικές και πολιτικές κρίσεις στις πλουσιότερες χώρες που έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας, τη διεύρυνση του ταξικού χάσματος και τον κοινωνικό αποκλεισμό πολλών οικονομικών και εθνοτικών ομάδων οι οποίες αναπόφευκτα ωθούνται προς τα άκρα. Η ολοκληρωτική καταστροφή γεωγραφικών περιοχών και των κοινοτήτων που τις αποτελούν ωθεί κυρίως τους νέους σε κρίσεις ταυτότητας και κινήσεις απόγνωσης, εξ ου και η άνοδος του φαινομένου των SKIN HEADS από λούμπεν στοιχεία.

Κύρια ευθύνη για την κατάσταση αυτή έχει η νεοφιλελεύθερη πολιτική των κομμάτων της εξουσίας των τελευταίων χρόνων τα οποία εξυπηρετούν τα συμφέροντα των πολυεθνικών και του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου.  την πολιτική αυτή την άρχισαν ως γνωστό τα λεγόμενα «γεράκια» της δεξιάς, η λεγόμενη Νέα Δεξιά» του Ρέιγκαν και της Θάτσερ. Κι όμως είναι ο προσηλυτισμός των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στο νεοφιλευθερισμό που εφάρμοσε εν πολλοίς τις πολιτικές των ιδιωτικοποιήσεων, των απορυθμίσεων και ευρύτερα τις επιθέσεις κατά των εργατικών κεκτημένων και του κράτους προνοίας. Επομένως, το αίσθημα της προδοσίας από τις εργατικές μάζες κατά των παραδοσιακών εργατικών κομμάτων, των οποίων οι πολιτικές οδηγούν στην ανεργία και την καταρράκωση ολόκληρων εργατικών κοινοτήτων (π.χ. στη βόρεια Αγγλία) με αποτέλεσμα την κοινωνική εξάρθρωση της έννοιας της αλληλεγγύης της κοινότητας. Αυτές είναι και οι πιο ευνοϊκές συνθήκες για την ρητορική των ακροδεξιών κομμάτων: Έτσι για την ανεργία φταινε ... οι ξένοι!

Τρίτο, η  κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και των καθεστώτων  στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που προκάλεσε ένα τεράστιο πολιτικό και ιδεολογικό κενό, πράγμα που συνέτεινε στην όξυνση της οικονομικής κρίσης και στην ώθηση πολλών ομάδων προς τον εξτρεμισμό. Για την ανατολική Ευρώπη η κατάρρευση είχε άμεσο αποτέλεσμα την κοινωνική, οικονομική, πολιτική και ιδεολογική  κρίση και εξαθλίωση, ενώ για την δύση είχε τεράστια ιδεολογική και συμβολική επίδραση πάνω σε εργατικές μάζες και κόμματα.

Τέταρτο, η δημοκρατική κρίση που περνούν οι καπιταλιστικές χώρες και ο αυταρχικός και νεοφιλελεύθερος ευρωσυγκεντρωτισμός, ο οποίος ουσιαστικά πλήττει τη δημοκρατία σε εθνικό επίπεδο, υποσκάπτοντας το κοινωνικό κράτος με την εισαγωγή του νεοφιλεύθερου μοντέλου αυτού από τις Βρυξέλλες. Ο διαχωρισμός μεταξύ της«δημοκρατίας ως διαδικασία» και της «δημοκρατίας ως καθεστώς» έχει ιδιαίτερη σημασία. Οι δημοκρατικές διαδικασίες είναι μεν μέρος, σημαντικό μάλιστα μέρος ενός δημοκρατικού καθεστώτος αλλά παραμένουν απλά μέρος του όλου.  Η λεγόμενη «διαδικαστική δημοκρατία» για να έχει νόημα και να μην λειτουργεί ουσιαστικά ως μηχανισμός αποπλάνησης, νομιμοποίησης και κατάργησης της ουσιαστικής δημοκρατίας προϋποθέτει την σε βάθος παρέμβαση στην οργάνωση της κοινωνίας, ουσιαστική συμμετοχή στα κέντρα λήψεων αποφάσεων, πλέρια προστασία των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.τ.λ. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης  (2000: 287) συνοψίζει ότι η δημοκρατία είναι «το καθεστώς εκείνο που προσπαθεί να πραγματώσει, στο μέτρο του εφικτού, την ατομική και συλλογική αυτονομία, και ταυτόχρονα το κοινό καλό κατά την αντίληψη της συγκεκριμένης κοινότητας.» Το παιγνίδι του δικομματισμού ακριβώς στερεί το δικαίωμα επιλογή στον πολίτη. Λίγο-πολύ ο απλός απολιτικός πολίτης βλέποντας ότι επειδή δεν υπάρχει νόημα στη συμμετοχή του στο εκλογικό παιγνίδι όπου «όλοι οι πολιτικοί είναι οι ίδιοι», εγκαταλείπει την διαδικασία: Αποχή, λευκό κι αδράνεια λοιπόν αψηφώντας ολόκληρο το σύστημα. 

Τέλος, η άνοδος φαινομένων πολιτισμικής και εθνοτικής ετερότητας, τα οποία έρχονται ως αντίδραση στην τάση για παγκοσμιοποίηση, που αντιμετωπίζεται από τις ομάδες αυτές αφ’ ενός ως ισοπέδωση των εθνοτικών τους ιδιαιτεροτήτων και ταυτοτήτων και αφ ετέρου ως επιστέγαση της οικονομικής ηγεμονίας των πλουσιοτέρων χωρών επ’ αυτών. Την αντίδραση αυτή των επηρεαζόμενων κοινωνικών-εθνοτικών ομάδων εκμεταλλεύονται οι διάφορες εθνικιστικές ομάδες που τους ωθούν προς τις ακρότητες.

Η Απάντηση: Ποιος Αντι-φασισμός και ποιος Αντι-ρατσισμός;
Φυσικό αντίβαρο είναι η διεθνιστική αριστερή προσέγγιση ως εναλλακτική λύση, μπορεί να δώσει απαντήσεις στις ανησυχίες των κοινοτικών και εθνοτικών ομάδων με την άρθρωση αυτού του πολιτικού λόγου που βασίζεται στην κοινωνική ισότητα, στην ισότιμη και δίκαιη συμμετοχή των εθνοτικών ομάδων στην εξουσία και εξισορρόπηση στην κατανομή του πλούτου, της κοινωνικής αλληλεγγύης και της ορθολογιστικής οικονομικής ανάπτυξης.  Ιστορικά η κρίση της Ευρωπαϊκής αριστεράς και η αδυναμία της να αρθρώσει αυτόν τον πολιτικό λόγο αφήνει ένα κενό που η “φιλελεύθερη» δημοκρατία αδυνατεί να λύσει. Κι όμως οι καιροί αλλάζουν με την άνθηση της κινηματικής αριστεράςκατά της παγκοσμιοποίησης. Η Αριστερά καλείται σε δράση και σε αυτό τον τομέα. Στη Γένοβα για παράδειγμα μέρος των αγώνων ήταν αφιερωμένο στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μεταναστών και κατά του ρατσισμού.

Δεν υπάρχει περιθώριο για ολιγωρία πλέον. Αυτοί που αρνούνταν να παραδεχτούν την άνοδο του νεο-φασισμού και της άκρας δεξιάς ας ανοίξουν τα μάτια τώρα.  Η συσπείρωση της Αριστεράς γύρω από συγκεκριμένες δράσεις και καμπάνιες είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία. Όπως επισημαίνει ο κοινωνιολόγος Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ «ο αληθινός αντίπαλος του λεπενισμού είναι η πολιτική συνείδηση και η κινητοποίηση των πολιτών» (κείμενο που γράφτηκε από το 1995). Επιβάλλεται μια νέα κοινωνική συμμαχία, και τονίζουμε τον κοινωνικό χαρακτήρα της συμμαχίας στην βάση του κοινωνικού φόρουμ, το οποίο να είναι σαφώς τοποθετημένο ενάντια στην ακροδεξιά και τους διάφορους εθνοσωτήρες και νεο-θρησκευτικούς φανταμεταλιστές (π.χ. νεο-ορθόδοξοι, ισλαμιστές και λοιποί ευαγγελιστές) για την  αποτελεσματική αναχαίτιση του κύματος ρατσισμού και νεο-φασισμού στην Ευρώπη. Πολύ σωστά ο Μπαλιμπάρ (1984) τονίζει την ανάγκη ενός μαζικού αντι-ρατσιστικού κινήματος το οποίο να ενθαρρύνει την αυτόνομη οργάνωση των μεταναστών και να κινητοποιεί στη βάση των παραδόσεων αντίστασης στην εκμετάλλευση. Η πρόκληση για την αριστερά και το εργατικό κίνημα είναι να σταθεί αποφασιστικό εμπόδιο στο «κατατεμαχισμό της ταυτότητας της εργατικής τάξης και της ιδεολογικο-πολιτικής αλληλεγγύης της και την διολίσθηση μερίδας της εργατικής τάξης και της μικροαστικής τάξης σε ξενοφοβικές αμυντικές ιδεολογίες»  (Lloyd 2001: 709).

Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να αναζητηθούν εκείνες οι συμμαχίες η οποίες θα συντονίσουν την δράση τους ενάντια στο ξενοφοβικό κλίμα το οποίο δημιουργεί και την εστία επώασης νεοφαστικών και ακροδεξιών «αντι-κινημάτων». Η συμμαχία αυτή θα είναι αρχικά τουλάχιστον, κατ’ ανάγκη προσωρινή και μάλλον σε περιορισμένο πρόγραμμα, αλλά με πολλές προοπτικές για το μέλλον. Αναγκαία  προϋπόθεση βέβαια είναι η συμμαχία αυτή να είναι συμμαχία της βάσης, με τοπικές επιτροπές και πρωτοβουλίες για να μην περιορίζεται σε ελιτίστικες ομάδες και ηγετίστικες κινήσεις εντυπώσεων ή με απλές χειρονομίες καλής θελήσεως. Μαζική κινητοποίηση λοιπόν κατά του ρατσιστικού και φασιστικού λαίλαπα: No pasaran…

Βιβλιογραφία
Bradshaw, R. (1993) Germany Calling: A Short History of British Fascism, Mushroom Bookshop, Nottingham.
Γουλφ, Σ. (1995) Ο Εθνικισμός στην Ευρώπη, Θεμέλιο, Αθήνα.
Geddes, A. (1995) “Immigrant and Ethnic Minorities and the EU’s ‘Democratic Deficit’” in Journal of Common Market Studies, Vol. 33, No. 2, June.
Griffin, R. (ed.) (1995) Fascism, Oxford Readers, Oxford.
Καστοριάδης, Κ. (2000) «Η Δημοκρατία ως διαδικασία και ως καθεστώς», Η Άνοδος της Ασημαντότητας, Ύψιλον, Αθήνα, σελ. 261-288.
Lloyd, K. (2001) “Anti-racism, social movements and civil society”, Anthias, F. and Lloyd, C. (ed) Rethinking Anti-racisms, From Theory to Practice, Routledge, London, σελ. 60-77 .
Miles, R. (1989) Racism, Routledge, London.
Miles, R. (1993) “The Articulation of Racism and Nationalism: Reflections on European History” in Wrench, J. and Solomos, J. (ed.) Racism Migration in Western Europe, Berg, Oxford.
Μπαλιμπάρ, Ε. και Βάλλεστάιν, Ι. (1991) Φυλή, Έθνος, Τάξη, οι Διφορούμενες Ταυτότητες, εκδόσεις Ο Πολίτης, Αθήνα.
Πουλαντζάς, Ν. Το Κράτος, η Εξουσία, Ο Σοσιαλισμός), γ’ έκδοση, Θεμέλιο.
Πουλαντζάς, Ν. (1974) Fascism and Dictatorship (Φασισμός και Δικτατορία), NLB, Verso, London.
Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ (1995) [συλλογικός τόμος]  Compattre  le Front National, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 12.5.02.
Σόϊερ, Γκ. (1999) Σύντροφος Μουσολίνι, Ρίζες και δρόμοι του πρωτογενούς Φασισμού, Φιλίστωρ, Αθήνα.
Wieviorka, M. (1995) The Arena of Racism, Sage, London.
Wieviorka, M. (1994) “Racism in Europe: Unity and Diversity” in Rattansi, A. and Westwood, S.(ed.) Racism, Modern and Identity, Polity press, Cambridge. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου